Ιστορία των Ευρωπαϊκών Μουσικών Οργάνων

Νικόλαος Μαλλιάρας

Περιγραφή

Τα μουσικά όργανα εξετάζονται όχι όπως σε μια κλασική οργανογνωσία, αλλά κυρίως μέσα στο ιστορικό τους πλαίσιο και στην ιστορική τους εξέλιξη και ακολούθως μέσα στη χρήση που επέχουν σήμερα στη μουσική πραγματικότητα. Στο επίκεντρο βρίσκονται τα μουσικά όργανα της λεγόμενης δυτικοευρωπαϊκής έντεχνης μουσικής και της συμφωνικής ορχήστρας, χωρίς όμως να παραλείπεται η εξέταση και άλλων οργάνων, ή παλαιότερων και ξεχασμένων σήμερα μορφών, ακόμη και οργάνων λαϊκών πολιτισμών, που είναι και εκείνα από τα οποία κατά κανόνα προέρχονται και τα «έντεχνα». Εδώ σύρεται και η γραμμή αντιστοιχίας με το συγγενές μάθημα των Λαϊκών μουσικών οργάνων. Η διδασκαλία πλουτίζεται με πολλά ηχογραφημένα μουσικά παραδείγματα, προβολή διαφανειών με εικόνες μουσικών οργάνων και επίδειξη πραγματικών οργάνων και της χρήσης των.

Η δομή και αλληλουχία του μαθήματος έχει ως εξής: Αφού πραγματευθούμε σύντομα τα περί ακουστικής και παραγωγής του ήχου, ασχολούμαστε με την ιστορία, ηλικία και διάδοση των μουσικών οργάνων

Περισσότερα  
CC - Αναφορά - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή
Περιεχόμενο μαθήματος
  • Εισαγωγή
  • Συνοπτικά Ιστορικά Στοιχεία
  • Τα Νυκτά Χορδόφωνα
  • Χορδόφωνα με Δοξάρι
  • Τα πληκτροφόρα Όργανα
  • Τα Αερόφωνα με πλευρικές οπές
  • Τα Αερόφωνα με Επιστόμιο
  • Τα Ιδιόφωνα
Διδάσκοντες

Νικόλαος Μαλιάρας

Καθηγητής Ιστορικής Μουσικολογίας (Ιστορία των Μουσικών Οργάνων)
Τομέας Ιστορικής και Συστηματικής Μουσικολογίας

Ενότητες

Όργανο στη μουσική είναι μια συνήθως χειρωνακτικά κατασκευασμένη συσκευή που παράγει κυρίως ήχους που μπορούν να χρησιμοποιηθούν μουσικά. Θεωρητικά μπορεί ως όργανο να θεωρηθεί και η ανθρώπινη φωνή, όμως αυτή συνήθως δεν καταλογίζεται στα μουσικά όργανα, αλλά αντίθετα χρησιμοποιείται ως κριτήριο δοκιμασίας της αρτιότητας των μουσικών οργάνων.

Για πολύ απλά όργανα που προέρχονται απ’ ευθείας από τη φύση, χωρίς επεξεργασία, καλό είναι να χρησιμοποιείται ο όρος ηχητική συσκευή ή ηχητικό αντικείμενο, αν και τα όρια μεταξύ των δύο δεν είναι πάντοτε σαφή.

Η έννοια της καθαρής οργανικής μουσικής, εκείνης δηλ. που παίζεται και ακούγεται ανεξάρτητα από ανθρώπινη φωνή και λόγο (τραγούδι) ή ανεξάρτητα από κίνηση (χορό) είναι χαρακτηριστικό σχεδόν αποκλειστικά δυτικοευρωπαϊκό. Τα μουσικά όργανα σε όλους του παραδοσιακούς πολιτισμούς, από τα πανάρχαια χρόνια, λειτουργούν σχεδόν αποκλειστικά μαζί με το τραγούδι και τον χορό. Σε καμμιά από τις δύο περιπτώσεις δεν είναι ανεξάρτητα από τη μια ή την άλλη κοινωνικοκαλλιτεχνική εκδήλωση.

Στα χορδόφωνα ο ήχος παράγεται από την παλμική κίνηση μιας τεντωμένης χορδής, που είναι συνήθως κατασκευασμένη από φυτική ίνα, έντερο ζώου, μετάξι, μέταλλο ή πλαστική ύλη. Τα χορδόφωνα είναι η κατηγορία με τις περισσότερες κατηγοριοποιήσεις και τους πολυπλοκότερους διαχωρισμούς, πράγμα που την καθιστά ίσως την πιο δύσκολη στη μελέτη της.

Τα όργανα αυτής της μεγάλης οικογενειας κατατάσσονται οργανολογικά στο γένος του λαούτου, δηλ. στα χορδόφωνα με χέρι. Επομένως τα βασικά τους μέρη, η κοιλιά, το χέρι, η κεφαλή, ο καβαλλάρης, τα κλειδιά, οι χορδές κλπ. δεν χρειάζονται ιδιαίτερη επεξήγηση. Η βασική τους όμως διαφορά είναι το ότι οι χορδές τίθενται σε παλμική κινηση όχι πλέον με ένα πλήκτρο το οποίο τις κτυπά αλλά με ένα τόξο, το οποίο τις τρίβει.

Η ιστορία του εκκλησιαστικού οργάνου, του παλιότερου από όλα τα πληκτροφόρα όργανα, αρχίζει τον τρίτο προχριστιανικό αιώνα. Εφευρέτης του θεωρείται ο μηχανικός Κτησίβιος από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Είναι ο πρώτος που κατασκεύασε μια συσκευή παραγωγής ήχου με όλα τα χαρακτηριστικά του οργάνου: Ήταν δηλαδή ένα αερόφωνο όργανο αποτελούμενο από ένα σύνολο σωλήνων διαφορετικού μεγέθους, που ο καθένας τους αντιστοιχούσε σε ένα μουσικό φθόγγο, και που εφοδιάζονταν με αέρα από έναν ειδικό μηχανισμό. Το όργανο διέθετε επίσης ένα πρωτόγονο μηχανισμό πλήκτρων, ο οποίος, κατά τη θέληση του εκτελεστή, επέτρεπε ή διέκοπτε την είσοδο του αέρα μέσα στους σωλήνες και καθόριζε επομένως έτσι την παραγωγή του ήχου.

Τα αερόφωνα είναι τα όργανα στα οποία η ηχητική πηγή είναι ο ίδιος ο αέρας, που συνήθως βρίσκεται περιορισμένος σε ένα συγκεκριμένο χώρο, όπως ένας σωλήνας (τα ελεύθερα αερόφωνα έχουν περιορισμένη διάδοση και δεν χρησιμοποιούνται σχεδόν καθόλου σαν αυτοτελή μουσικά όργανα). Το μουσικό ύψος του ήχου που παράγεται από τα αερόφωνα εήαρτάται από το μήκος, τη διάμετρο και το σχήμα του σωλήνα. Μεταξύ δύο σωλήνων με ίδια διάμετρο, βαθύτερο ήχο θα δίνει ο μακρύτερος. Μεταξύ δύο σωλήνων με ίδιο μήκος, βαθύτερο ύψος θα δίνει αυτός με τη μεγαλύτερη διάμετρο.

Τα αερόφωνα της κατηγορίας αυτής παράγουν τον ήχο από την παλμική κίνηση των ίδιων των χειλιών του εκτελεστή, που μεταδίδεται στο εσωτερικό του σωλήνα του οργάνου. Τα χείλη του εκτελεστή προσαρμόζονται και στηρίζονται σε ένα ιδιότυπο επιστόμιο, διαφορετικό από όσα γνωρίσαμε στις άλλες κατηγορίες αεροφώνων. Το επιστόμιο αποτελείται από τρία σημαντικά στοιχεία: Το κύπελλο, τον λαιμό και τον σωλήνα, που το συνδέει με το όργανο. Το σχήμα του κύπελλου (ημισφαιρικό ρηχότερο ή βαθύτερο, μέχρι κωνικό), καθώς και το σχήμα του λαιμού (φαρδύτερος ή στενότερος, γωνιώδης, στρογγυλεμένος λιγότερο ή περισσότερο, ανύπαρκτο, όπως του κόρνου, κλπ.) παίζουν πρωτεύοντα ρόλο στο χρώμα του ήχου του οργάνου πυ θα παραχθεί.

Τα ιδιόφωνα και τα μεμβρανόφωνα, τα κρουστά όπως γενικά έχει επικρατήσει να ονομάζονται, είναι τα αρχαιότερα μουσικά όργανα. Το κτύπημα του χεριού πάνω σε ένα αντικείμενο ή το κτύπημα δύο αντικεινένων μεταξύ τους παράγει ήχο και δημιουργεί αυτόματα ένα ιδιόφωνο όργανο. Κάθε αντικείμενο μπορεί επομένως να χρησιμοποιηθεί ως τέτοιο όργανο, πράγμα που καθιστά την ποικιλία τους ανεξάντλητη, τόσο στους λαϊκούς πολιτισμούς όσο και στην ορχήστρα. Επίσης, είναι προφανές ότι μπορεί να υπάρχουν πάρα πολλές παραλλαγές αυτών των οργάνων. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με τα μεμβρανόφωνα, παρόλο που τα είδη και οι ποικιλίες τους είναι πολύ λιγότερες.

Ανοικτό Ακαδ. Μάθημα

Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα
Επίπεδο: A+

Αρ. Επισκέψεων :  0
Αρ. Προβολών :  0

Ημερολόγιο

Ανακοινώσεις

  • - Δεν υπάρχουν ανακοινώσεις -